Χιούμορ και Υπαρξιακό Άγχος στον Γούντι Άλεν
Ο Woody Allen είναι από τους λίγους σκηνοθέτες που κατάφεραν να μετατρέψουν το προσωπικό τους άγχος για την ύπαρξη σε κινηματογραφικό ιδίωμα. Από τα πρώτα του βήματα ως stand-up κωμικός πίσω στα πρώιμα 60s μέχρι τις ώριμες ταινίες του, η αγωνία για τον θάνατο, τον Θεό, την αγάπη και την απουσία νοήματος στη ζωή, αυτό που ο Καμύ ορίζει ως παράλογο, δεν κρύβεται ποτέ. Κι όμως, ο Allen δεν την προσεγγίζει με βαρύ ύφος αλλά με γέλιο. Εκεί βρίσκεται η ιδιοφυΐα του: κάνει το κοινό να γελάει ενώ ταυτόχρονα το αναγκάζει να αναμετρηθεί με τα πιο σκοτεινά ερωτήματα. Για αυτό και τα σενάρια του παραμένουν διαχρονικά, πέρα από πολυβραβευμένα. Ακουμπούν σε ένα κομμάτι της ψυχής μας που θέλουμε να απωθήσουμε και ταυτόχρονα να αναμετρηθούμε με αυτό και οι ταινίες του Allen δίνουν έναν ευχάριστο τρόπο να συνδεθούμε με όσα κατατρώνε το Εγώ μας και εμποδίζουν την ελευθερία μας. Τα άγχη.
Η φιλοσοφία του αστείου
Ο Allen ανήκει σε μια παράδοση χιούμορ που πηγάζει από τη νεοϋορκέζικη εβραϊκή κουλτούρα, αλλά εμπλουτίζεται με φιλοσοφικές αναζητήσεις. Έχει δηλώσει πολλές φορές ότι ο Μπέργκμαν τον επηρέασε βαθιά· πράγματι, το έργο του συχνά μοιάζει σαν μια κωμική «παραλλαγή» πάνω στα υπαρξιακά δράματα του σουηδού δημιουργού. Για τον Allen, το αστείο δεν είναι ελαφρότητα, αλλά τρόπος επιβίωσης. Όπως λέει ένας χαρακτήρας του: «Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να γελάμε, γιατί αλλιώς…». Ο ίδιος αργότερα θα έκανε και καθαρά μπεργκμανικές ταινίες όπως το Interiors ή το September που είναι η αλά Woody Allen Φθινοπωρινή Σονάτα. Για τον ίδιο είναι επίσης ένας τρόπος επιβίωσης στην ζωή που είναι σκληρή γιατί στο τέλος "σε σκοτώνει" και όπως έλεγε ο Ricky Gervais σε έναν εναρκτήριο μονόλογο στις Χρυσές Σφαίρες, στην ζωή "δεν υπάρχει σίκουελ". Πολλάκις έχει δηλώσει πως ο λόγος που σχεδόν κάθε χρόνο κάνει ταινία και γενικότερα γράφει καθημερινά όλο τον χρόνο, είναι για να μπορεί να παραμένει δραστήριος, ενεργός εγκεφαλικά και να απασχολεί το μυαλό του από την ιδέα του Θανάτου. Η ίδια η τέχνη του χρησιμοποιείται από εκείνον ως ένα μέσο διαχείρισης του αιώνιου υπαρξιακού άγχους, από το οποίο ουδείς ξεφεύγει. Άλλωστε, "δεν φοβάμαι τον θάνατο, απλώς όταν έρθει δεν θα ήθελα να είμαι εκεί".
Οι πρώιμες κωμωδίες: η σάτιρα του τρόμου
Στις πρώτες του ταινίες, το χιούμορ λειτουργεί ως παραμορφωτικός καθρέφτης απέναντι στο υπαρξιακό άγχος. Στο «Love and Death» (1975) η φιλοσοφία, η θρησκεία και ο θάνατος γίνονται αντικείμενο παρωδίας: οι χαρακτήρες μονολογούν σαν τον Ντοστογιέφσκι, αλλά με αστεία γκαγκς, ενώ ο ίδιος ο Θάνατος εμφανίζεται ως κωμική φιγούρα. Στο «Annie Hall» (1977), το υπαρξιακό δεν έχει πλέον κοσμική διάσταση αλλά ερωτική: η αγωνία του τέλους μιας σχέσης φιλτράρεται μέσα από τον αυτοσαρκασμό. Η ταινία κέρδισε Όσκαρ αλλά, κυρίως, έδειξε πώς η καθημερινότητα μπορεί να γίνει φιλοσοφία μέσα από το χιούμορ. Έσπασε τον τέταρτο τοίχο, αυτό που χωρίζει την πραγματικότητα από την ετεροτοπία του σινεμά και τους έφερε κοντά μιλώντας απευθείας στο κοινό, με τον αλησμόνητο εναρκτήριο μονόλογο αλλά και τις μύχιες και ανομολόγητες σκέψεις οι οποίες έρχονται σε κόντρα με τα όσα εκστομίζονται.
Το σκοτεινό κωμικό δράμα
Η ωρίμανση του Allen ήρθε τη δεκαετία του ’80, όταν τόλμησε να συνδυάσει κωμωδία και τραγωδία σε ταινίες που μοιάζουν με ηθικά δοκίμια. Στο «Hannah and Her Sisters» (1986), ο χαρακτήρας που υποδύεται ο ίδιος περνά υπαρξιακή κρίση, φλερτάρει με τη θρησκεία, αγωνιά για τον θάνατο – και καταλήγει να βρίσκει νόημα στο σινεμά των αδελφών Μαρξ, στο πολλάκις έχει αποτίσει φόρο τιμής. Η λύση δεν είναι η μεταφυσική, αλλά το γέλιο. Ακόμα πιο έντονα, το «Crimes and Misdemeanors» (1989) θέτει το ερώτημα της ηθικής ευθύνης: μπορεί ένας άνθρωπος να σκοτώσει και να ζήσει ήσυχος; Ο Allen δεν δίνει απάντηση, αλλά αφήνει το κοινό να γελάσει πικρά με την κυνική αδιαφορία του κόσμου. Ο παραλογισμός, η απουσία νοήματος και η ματαιότητα είναι έννοιες που συχνά συμπλέκονται με το γελοίο στο σινεμά του Νεοϋορκέζου. Αλλά όπως λέει και στο φινάλε του Φεστιβάλ του Ρίφκιν, "το ότι ζωή δεν έχει νόημα, δεν σημαίνει ότι είναι άδεια". Αυτήν την αντίθεση πολλοί δεν μπορούν να κατανοήσουν και έτσι να δικαιολογήσουν την αστειότητα με την οποία εμποτίζει τόσο σοβαρές θεματικές.
Οι μεταγενέστερες αναζητήσεις
Μετά το 2000, ο Allen εγκαταλείπει σταδιακά τον καθαρό κωμικό τόνο, αλλά το υπαρξιακό άγχος παραμένει. Το «Match Point» (2005) είναι σχεδόν χωρίς αστεία, αλλά στηρίζεται στην ίδια ιδέα που είχε από τα νιάτα του: ο κόσμος είναι τυχαίος, η δικαιοσύνη ανύπαρκτη και ο άνθρωπος έρμαιο των επιλογών και των ευθυνών του. Ο Σαρτρ έλεγε πως ο άνθρωπος είναι ελεύθερος και για αυτό είναι υπεύθυνος. Το χιούμορ εδώ είναι υπόγειο, ειρωνικό, σχεδόν μακάβριο. Στο «Irrational Man» (2015), επιστρέφει σε μια πιο ανοιχτή φιλοσοφική συζήτηση, όπου η ανάγκη για νόημα οδηγεί σε φόνο. Το χιούμορ υπάρχει, αλλά λειτουργεί σαν «μάσκα» σε ένα βαθιά σκοτεινό ερώτημα: πώς μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρίς βεβαιότητες; Τι της χρειάζεται και πού του χρησιμεύουν με τον πρωταγωνιστή να είναι ένας άθεος καθηγητής φιλοσοφίας που διδάσκει τους φοιτητές του πως "το μεγαλύτερο μέρος της φιλοσοφίας δεν είναι παρά λεκτικός αυνανισμός". Στην τελευταία του μέχρι στιγμής ταινία, το γαλλικό Coup de Chance, αναμετράται πάλι με τις δυνάμεις της προσωπικής ηθικής, του Καλού και του Κακού, της ματαιοδοξίας και της τυχαιότητας που συνηγορεί στην πρόκληση του άγχους. Ένα συνεχές άγχος για επιτυχία και πρόοδο αντί να αφεθεί κανείς στην ροή της ίδιας της ζωής.
Το γέλιο ως σωτηρία
Παρά τις διαφορετικές φάσεις του, η βασική κινηματογραφική γλώσσα του Allen παραμένει ίδια: το γέλιο δεν αναιρεί το άγχος, το φωτίζει. Στον πυρήνα των ταινιών του υπάρχει η αναγνώριση ότι ο άνθρωπος είναι θνητός, ότι η ζωή είναι συχνά άδικη, ότι ο Θεός –αν υπάρχει– παραμένει σιωπηλός. Μπροστά σε αυτό το σκοτάδι, ο Allen δεν βρίσκει απαντήσεις αλλά βρίσκει το χιούμορ. Γελάμε όχι γιατί τα πράγματα είναι ελαφριά, αλλά γιατί είναι βαριά και δεν γίνεται αλλιώς. Η ζωή είναι ωραία, πιστεύουν οι αισιόδοξοι. Η ζωή είναι σκατά, πιστεύουν οι απαισιόδοξοι. Αλλά στην αλήθεια η ζωή είναι σκατά και για αυτό είναι ωραία.
Η κληρονομιά του Woody Allen δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Με τον δικό του τρόπο συνέδεσε τον φιλοσοφικό στοχασμό με την κωμωδία, δίνοντας ταινίες που λειτουργούν σαν μαθήματα ζωής: γελάς, αλλά ταυτόχρονα νιώθεις την αγωνία του θανάτου να σε πλησιάζει. Ποτέ δεν βρέθηκε τόσο κοντά ο Βιτγκενστάιν και ο Νίτσε (αγαπημένος φιλόσοφος του Allen) με την κωμωδία του Bob Hope και των αδελφών Μαρξ. Αυτή η αντίφαση είναι που κάνει το σινεμά του ξεχωριστό. Ο Allen μας υπενθυμίζει ότι, ακόμα κι αν δεν υπάρχει λύση, υπάρχει πάντα το χιούμορ – κι αυτό ίσως είναι η πιο ανθρώπινη μορφή σωτηρίας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου