Αναπαράσταση του Ολοκαυτώματος στον κινηματογράφο
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και ένα από τα σημαντικότερα ντοκιμαντέρ για το ζήτημα, το μικρού μήκους Night and Fog (1956) του Alain Resnais. Ο γάλλος σκηνοθέτης της Nouvelle Vague δημιουργεί ένα μισάωρο ντοκιμαντέρ, μια δεκαετία μετά το κλείσιμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Ο τίτλος προκύπτει από το Διάταγμα Νύχτα και Ομίχλη που εκδόθηκε υπό τις οδηγίες του Χίτλερ στις 7 Δεκεμβρίου 1941 και περιελάμβανε τις μυστικές κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με τις οποίες θα αντιμετωπίζονταν όλοι οι μη γερμανοί πολίτες που θα διαγωνούσαν με οποιονδήποτε τρόπο με το Γ΄ Ράιχ. Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το διάταγμα, οι ένοχοι δεν θα δικάζονταν στην χώρα τους αλλά στην Γερμανία, όπου και θα εξαφανίζονταν στην νύχτα και στην ομίχλη. Το ντοκιμαντέρ εστιάζει σε δύο στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Πολωνία και στην ζωή των κρατουμένων εκεί. Ο σεναριογράφος της ταινίας, Jean Cayrol, είναι επιζήσας ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης. Αρχικά, ο Resnais ήταν αρνητικός στο να κάνει μια τέτοια ταινία, αλλά όταν τον προσέγγισε ο Cayrol, τελικά δέχτηκε. Η ταινία προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Καννών. Μια ταινία που επαινέθηκε και εκτιμήθηκε από πολλούς, ανάμεσα σε άλλους και από τον Μίκαελ Χάνεκε που ενώ κατέκρινε ταινίες όπως η Πτώση (2004) και η Λίστα του Τσίντλερ (1993), για τον τρόπο προσέγγισης του θέματος, την Νύχτα και Ομίχλη την βρήκε ακριβή στον τρόπο προσέγγισης των ιστορικών γεγονότων.
Ένα από τα πιο διάσημα παγκοσμίως θύματα του ναζισμού ήταν η γερμανοεβραία ανήλικη Άννα Φρανκ. Το Ημερολόγιο της έχει διαβαστεί από δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους. Το έγραψε στο Άμστερνταμ κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής της Ολλανδίας, ενώ κρυβόταν η ίδια και η οικογένειά της. Το ημερολόγιο που εκδόθηκε το 1947, μεταφέρθηκε στο θέατρο το 1955 και στον κινηματογράφο το 1959 ως The Diary of Anne Frank. Ο George Stevens είναι ο πρώτος σκηνοθέτης που το μεταφέρει στο σινεμά, μιας και θα ακολουθούσαν και άλλες εκδοχές, ενώ συμμετέχουν και μερικοί ηθοποιοί από το θεατρικό ανέβασμα στο Broadway. Η ιστορία γνωστή και το τέλος λυπηρό μιας και η οικογένεια οδηγήθηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και θανατώθηκε.Ο μόνος της οικογένειας που επέζησε ήταν ο πατέρας, που θα πέθαινε αρκετά αργότερα, το 1980. Ο ίδιος θα ζητούσε στην Audrey Hepburn να υποδυθεί την κόρη του στην ταινία, μια πρόταση που αρχικά δέχτηκε αλλά εν τέλει απέρριψε. Ο ρόλος δόθηκε στην Millie Perkins. Η ταινία προτάθηκε για Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και κέρδισε τρία Όσκαρ (Β΄ Γυναικείου Ρόλου, Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης και Διεύθυνσης Φωτογραφίας).
Μια από τις πρώτες ταινίες που προκάλεσαν μεγάλη συζήτηση για τον τρόπο αναπαράστασης των στρατοπέδων συγκέντρωσης και της όλης ζοφερής συνθήκης είναι το Kapo (1960) του ιταλού σκηνοθέτη Gillo Pontecorvo. Είναι μια από τις πρώτες ταινίες που εστιάζει απόλυτα στις συνθήκες εντός του στρατοπέδου, μιας και πολλές από τις προαναφερθείσες έχουν μόνο λίγες σκηνές, χωρίς να είναι το βασικό στοιχείο της ιστορίας αλλά ένα τμήμα. Ένα διεθνές καστ που περιλαμβάνει την Αμερικανίδα Susan Strasberg, την Γαλλίδα Emmanuelle Riva και την Ιταλίδα Didi Perego μιλάει για έναν kapo, όπως ονόμαζαν τους κρατούμενους στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης που είχαν και χρέη υπαλλήλου και επέβλεπαν την καταναγκαστική εργασία ή εκτελούσαν καθήκοντα διοικητικά. Kapo γίνεται μια 14χρονη γαλλίδα εβραία που στέλνεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, ενώ οι γονείς της έχουν εκτελεστεί. Η ταινία προβλήθηκε στην Μπιενάλε της Βενετίας, ενώ προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Δέχτηκε ανάμικτες κριτικές, με πολλούς να την κατηγορούν για την δραματικοποίηση ενός τόσο ευαίσθητου θέματος. Ορκισμένος εχθρός της ταινίας ο τότε κριτικός κινηματογράφου στα Cahiers du Cinema και μετέπειτα σκηνοθέτης, Jacques Rivette, που στο τεύχος Ιουνίου 1961 γράφει στην κριτική του για την ταινία: "το πλάνο όπου η Riva αυτοκτονεί πέφτοντας πάνω σε ηλεκτρικά συρματοπλέγματα: ο άνθρωπος που αποφασίζει αυτή την στιγμή να ξανακαδράρει το νεκρό σώμα-τοποθετώντας προσεκτικά το σηκωμένο χέρι στην γωνία του τελικού κάδρου-αυτός ο άνθρωπος αξίζει την πιο βαθιά περιφρόνηση".
To 1961 κυκλοφορούν δύο ταινίες που βλέπουν δύο διαφορετικές πτυχές της ιστορίας. Στην μία, το Judgment at Nuremberg του Stanley Kramer, που βραβεύτηκε με Όσκαρ σεναρίου, αφηγείται την δίκη της Νυρεμβέργης για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τον πόλεμο και η άλλη είναι ο Samson (1961) του πολωνού σκηνοθέτη Andrzej Wajda. Με τίτλο που παραπέμπει στον βιβλικό Σαμψών και τις υπερφυσικές του δυνάμεις, μιλάει για έναν νεαρό Εβραίο που πηγαίνει σε ένα αντισημιτικό σχολείο αλλά καταλήγει στην φυλακή και τελικά σε εβραϊκό γκέτο που είχαν κάνει οι ναζί στην Πολωνία. Ο Wajda προσπάθησε να κάνει μια πιο αρτιστίκ ταινία αφηγούμενος μια τραγική ιστορία. Η ταινία δέχτηκε καλές κριτικές και προτάθηκε για Χρυσό Λέοντα στην Βενετία.
Την δεκαετία του 1970 το παγκόσμιο σινεμά δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το θέμα, τουλάχιστον άμεσα, παρά μόνο με έμμεσες αναφορές, ίσως επειδή ασχολιόντουσαν περισσότερο με τον Πόλεμο του Βιετνάμ, με τις επαναστάσεις της εποχής, τον Μάη του 68, τα δικαιώματα των μαύρων και των γυναικών. Την δεκαετία του 1980 επέστρεψε το ενδιαφέρον στο ζήτημα με διαφορετικούς τρόπους. Στο αμερικανικό σινεμά είδαμε για παράδειγμα το χολιγουντιανό manstream δραματοποιημένο Sophie's Choice (1982) που πολλούς έβρισκε αντίθετους παρότι είναι μια καλή ταινία του Alan J. Pakula και την εξαιρετική ερμηνεία της Meryl Streep για την οποία κέρδισε το δεύτερο της Όσκαρ από τα τρία συνολικά. Μια πολωνή μετανάστρια στην Αμερική με ένα σκληρό παρελθόν, καθώς ο πατέρας της και ο σύζυγός της είχαν σκοτωθεί από τους ναζί και η ίδια στάλθηκε στο Άουσβιτς. Χάρη στις ικανότητές της, επιλέγεται ως γραμματέας του Ρούντολφ Ες, διοικητή του Άουσβιτς. Η επιλογή του τίτλου βασίζεται στην επιλογή της για ποιο από τα δύο παιδιά της θα σταλεί σε θάλαμο αερίων, αλλιώς θα πεθάνουν και τα δύο, μια από τις πολύ δραματικές και σκληρές σκηνές της ταινίας. Ο συγγραφέας του βιβλίου στο οποίο βασίστηκε, ο William Styron, είχε στο μυαλό του την Ursula Andress για τον ρόλο, ενώ ο σκηνοθέτης ήθελε την Liv Ullmann αλλά η Streep παρακάλεσε τον Pakula να πάρει τον ρόλο. Η σπουδαία κριτικός Pauline Kael είχε κατακρίνει την ταινία.
Την ίδια δεκαετία βγαίνει ίσως το συγκλονιστικότερο ντοκουμέντο που έχει γίνει ποτέ για το Ολοκαύτωμα, το 9,5 ωρών ντοκιμαντέρ του Claude Lanzmann Shoah (1985). Shoah είναι η εβραϊκή λέξη για το Ολοκαύτωμα, όπως προαναφέρθηκε. Ο σκηνοθέτης μίλησε με επιζήσαντες και μάρτυρες του όλου τραύματος, κάνοντας έντεκα χρόνια για να το ετοιμάσει, επισκεπτόμενος στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Πολωνία. Ο Marcel Ophuls το είχε χαρακτηρίσει ως το σπουδαιότερο ντοκιμαντέρ για την σύγχρονη ιστορία. Ωστόσο, στην Πολωνία αντιμετωπίστηκε αρνητικά καθώς κατηγορείται για συμμετοχή και βοήθεια στην ναζιστική γενοκτονία. Ο γαλλοεβραίος σκηνοθέτης έκανε το ντοκιμαντέρ έπειτα από μια πρόταση του Ισραήλ. Το πιο συγκλονιστικό είναι οι συνεντεύξεις από γερμανούς βασανιστές που με κρυμμένες κάμερες εξασφάλισε δηλώσεις του, αν και η οικογένεια ενός από αυτούς έστειλαν τον σκηνοθέτη στο νοσοκομείο έπειτα από επίθεση.
Δύο χρόνια μετά ο γάλλος σκηνοθέτης Louis Malle σκηνοθετεί το αυτοβιογραφικό Au Revoir les Enfants (1987) για το οποίο κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ της Βενετίας. Η ταινία διαδραματίζεται στην κατεχόμενη Γαλλία του 1943-44, όπου ένας ιερέας προστατεύει μικρά εβραιόπουλα τα οποία κρύβει και τους δίνει άλλα ονόματα προκειμένου να γλιτώσουν. Στην πορεία η Γκεστάπο θα αναζητήσει έναν από τους μαθητές του σχολείου. Στο τέλος της ιστορίας πληροφορούμαστε πως τα παιδιά θανατώθηκαν στο Άουβιστς και ο ιερέας στο Μαουτχάουζεν. Η ιστορία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, μιας και ο 11χρονος Louis Malle πήγαινε σε ένα σχολείο που πράγματι η Γκεστάπο ζητούσε τρεις εβραίους μαθητές και έναν εβραίο δάσκαλο και τους έστειλε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η ταινία προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Η πολωνή σκηνοθέτρια Agnieszka Holland πολλές φορές έχει καταπιαστεί με κοινωνικά, πολιτικά και ιστορικά θέματα σε ταινίες της, όπως πρόσφατα με το Green Border. Κόρη ενός κομμουνιστή εβραίου πατέρα του οποίου οι γονείς έπεσαν θύματα του Ολοκαυτώματος και μιας καθολικής μητέρας, έχει μιλήσει για το εβραϊκό βίωμα στην ταινία της Europa Europa (1990). Ένας μικρός γερμανοεβραίος ξεφεύγει από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσποιούμενος τον ναζί και μπαίνοντας εν τέλει στην ναζιστική νεολαία. Η ταινία κέρδισε την Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας και προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερου σεναρίου. Στα Όσκαρ δεν μπήκε στην κατηγορία ξενόγλωσσης καθώς η Γερμανία δεν την πρότεινε, μιας και μιλάει γερμανικά η ταινία. Η επιτροπή αποφάσισε πως δεν πληροί τα κριτήρια και δεν είναι γερμανική, αν και μιλάει γερμανικά και παίζουν Γερμανοί. Προκάλεσε πολλές συζητήσεις αυτή η απόφαση και πολλοί υποστήριξαν την σκηνοθέτρια, όπως ο Wim Wenders, ο Wofgang Petersen και ο Werner Herzog. Το 2011 ασχολείται εκ νέου με την ναζιστική κατοχή στην ταινία In Darkness (2011) η οποία προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας για λογαριασμό της Πολωνίας. Μιλάει για την γερμανική κατοχή της Πολωνίας και για τον Leopold Socha, υπαρκτό πρόσωπο που χρησιμοποίησε τις γνώσεις του για τα σχέδια της πόλης για να σώσει Εβραίους που είχαν δραπετεύσει από το γκέτο που τους είχαν.
Το Schindler's List (1993) είναι μια από τις πιο διάσημες ταινίες για το ζήτημα και μια από εκείνες που προκάλεσαν μεγάλη συζήτηση για τον τρόπο που αποδίδεται. Ο Steven Spielberg με τον σεναριογράφο Steven Zaillian και φυσικά τους John Williams (μουσική), Michael Kahn (μοντάζ) και Janusz Kaminski (φωτογραφία) ακολουθούν την ιστορία του Oskar Schindler, ενός γερμανού επιχειρηματία που έσωσε περίπου 1200 Εβραίους από το Ολοκαύτωμα στην Πολωνία και στην Τσεχοσλοβακία. Η ιδέα για μια ταινία αφιερωμένη στην σωτήρια παρέμβασή του προέκυψε το 1963. Την δεκαετία του 1990 το ανέλαβε ο αμερικανός σκηνοθέτης, αν και το απέφευγε για χρόνια και το πάσαρε σε άλλους σκηνοθέτης, όπως στον Polanski, τον Sydney Pollack και στον Scorsese, όντας ανήσυχος για το αν θα μπορούσε να κάνει μια ταινία για το Ολοκαύτωμα. Τελικά πήρε την απόφαση όταν είδε πως υπάρχουν αρκετοί αρνητές του Ολοκαυτώματος και μια άνοδος του νεοναζισμού, μετά την πτώση του τοίχους του Βερολίνου. Τελικά, ήταν εμπορική επιτυχία, προτάθηκε για 12 Όσκαρ και κέρδισε τα 7, ανάμεσα στα οποία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου. Τον ρόλο του Τσίντλερ ανέλαβε ο Liam Neeson. Ωστόσο, η ταινία δέχτηκε και επικρίσεις για την απλότητα ή την αφέλεια με την οποία χειρίζεται κάποια ζητήματα, όπως η λογική του καλού-κακού, που στερεί την πραγματική εικόνα των βασανιστών ως απλών, καθημερινών ανθρώπων που ωστόσο διέπραξαν εγκλήματα. Τόσο ο Scorese όσο και ο Polanski είπαν τα καλύτερα για την ταινία του συναδέλφου τους, ενώ ο Kubrick έπειτα από αυτή την ταινία εγκατέλειψε την ιδέα να σκηνοθετήσει το Aryan Papers, με παρόμοια θεματολογία. Αντίθετα, οι Jean Luc Godard και Michael Haneke είχαν διαφωνίες ως προς την ταινία ενώ πιο επικριτικός ήταν ο Claude Lanzmann, σκηνοθέτης του Shoah, που θεώρησε την Λίστα του Τσίντλερ ως ένα κιτς μελόδραμα που παραποιεί την ιστορική αλήθεια.
Μία από τις καλύτερες ταινίες για το Ολοκαύτωμα και εν γένει τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο των τελευταίων χρόνων είναι το ούγγρικο Son of Saul (2015) του Laszlo Nemes, του οποίου μάλιστα ήταν το σκηνοθετικό ντεμπούτο, αν και υπήρξε άξιος βοηθός του Bela Tarr. Κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της επιτροπής στις Κάννες και το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, η δεύτερη ούγγρικη ταινία που το κατορθώνει, μετά το Mephisto (1981). Με πολύ κλειστοφοβικά πλάνα, επικεντρωμένα στις ανθρώπινες μορφές και εκφράσεις με τα υπόλοιπα να μένουν στο υπόβαθρο και απλώς να τα ακούμε ή να τα αντιλαμβανόμαστε, ο Nemes μας μιλάει για έναν ουγγροεβραίο έγκλειστο στο Άουσβιτς που θέλει να φροντίσει τον νεκρό γιο του. Η ταινία δέχτηκε πολύ θετικές κριτικές ενώ ακόμα και ο Claude Lanzmann είπε τα καλύτερα για τον Γιο του Σαούλ.
Σε μια πιο feelgood εκδοχή του θέματος, το αμερικάνικο The Zookeeper's Wife (2017) της νεοζηλανδής δημιουργού Niki Caro που βασίζεται σε πραγματική ιστορία, εκείνη του Jan και της Antonina Zabinski, διευθυντές του ζωολογικού πάρκου της Βαρσοβίας στην Πολωνία, που έσωσαν εκατοντάδες πολωνοεβραίους, κρύβοντάς τους στον ζωολογικό κήπο. Οι Jessica Chastain και Johan Heldenbergh υποδύονται το πρωταγωνιστικό ζευγάρι. Η ταινία πήρε μέτριες κριτικές για την επιδερμική προσέγγιση της ιστορίας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου